Οι Los Angeles Negro σχηματίζονται
το 1968 στο San Carlos της Χιλής. Η αρχική
σύνθεση της μπάντας ήταν οι Germaín de
la Fuente τραγούδι, Mario Gutiérrez κιθάρα ,
Jorge González πλήκτρα, Miguel Ángel "Nano"
Concha μπάσο και Luis Ortiz ντραμς.
Η μουσική τους είναι
ένα μείγμα από ψυχεδελική funk,bolero και
pop, γνωστό στη Χιλή όλο αυτό το μείγμα
ως Balada rockmántica.
Τον Ιούνιο του 1968 μετά
από έναν τοπικό διαγωνισμό συγκροτημάτων
κερδίζουν το πρώτο βραβείο και ηχογραφούν
το πρώτο τους 45's "Porque Te Quiero",αυτό
κέρδισε την προσοχή των εκπροσώπων της
Odeon Records Χιλής, προτρέποντας όμως τα δύο
από τα τέσσερα μέλη του συγκροτήματος
να γράψουν ένα άλμπουμ.
Τελικά τα
δύο από τα τέσσερα μέλη με ακόμα
τρεις studio μουσικούς κυκλοφορούν το 1969
το "Porque Te Quiero" και σαρώνει όλοι
την λατινική Αμερική.
Οι Los Angeles Negros έχουν
αρκετά μεγάλη δισκογραφία που ξεκινάει
από το 1969 ως και το 2003!! Φυσικά όπως
συμβαίνει πάντα η αρχική σύνθεση της
μπάντας έχει αλλάξει πάρα πολλές φορές.
Σημαντικό όμως
είναι πως απ την δισκογραφία 1969-70
σημερινοί μουσικοί, παραγωγοί , dj's έχουν
χρησιμοποιήσει samples απ τα τραγούδια
τους όπως οι Funkdoobiest,
Damian
Marley, Beastie
Boys, Jay-Z
και άλλοι.
Εδω ο τριτος δίσκος τους με τίτλο “Y Volvere” 1970
στην Χιλιανή “Parnaso” με πιο πρόσφατο
τα samples απ τα “Como Quisiera Decirte” και “Tanto
Adios” που δανειστηκε το 2013 ο Monetrik για το Latin Beauty.
O Βαγγέλης Φωκάς, a.k.a Mr Vagz, είναι ένας πολυπράγμων άνθρωπος.
Γραφίστας, ιδρυτής και μουσικός παραγωγός του ιντερνετικού ραδιοφώνου
Milk n Chocolate, Dj , μουσικός. Κοινός τόπος για κάθε μία από τις
παραπάνω πράξεις του είναι το πάθος που θρέφει για τη «μαύρη» μουσική. Η Συνεχεια εδω...
Zac F. Ξεκίνησε την καριέρα του στα τέλη της δεκαετίας του ’80,
παίζοντας μουσική σε γνωστά κλαμπ Αθήνας και Σαντορίνης. Σύντομα, το
D.J.ing τον οδήγησε στην παραγωγή μουσικής και remixing. Το 2005 ξεκινά
τη συνεργασία του με την δισκογραφική φίρμα «Planetworks» γράφοντας
κομμάτια που μπορείς να βρεις σε συλλογές όπως: «La Suite», «Sunset
& Sunrise», «Remix», «Enigma Wet», «Seduction». Το 2007 κυκλοφόρησε
το ντεμπούτο του άλμπουμ: «A Night At The Port» και το 2011 επέστρεψε
με το δεύτερο: «A Night At The Port II”, και τα δύο για την εταιρεία
Sound Of Everything. Το 2014 συνεργάζεται με τον διάσημο διεθνή οίκο
καλλυντικών «Napoleon Perdis» για τη διαφημιστική καμπάνια του ως
αποκλειστικός μουσικός του παραγωγός. Η Συνεχεια εδω...
Taste : Zac F - I Love U More When It's Raining (Zac F Rain Mix)
Παρά το γεγονός ότι οι Sounds υπήρξαν από τα σύνολα που δέχθηκαν πολλές μεταβολές στο σχήμα τους, ωστόσο κατόρθωναν κάθε φορά να ξεπερνούν τις διάφορες αλλαγές των μελών τους και τις υπόλοιπες αντικειμενικές δυσκολίες, παραμένοντας ενωμένοι σαν συγκρότημα σχεδόν για μία ολόκληρη δεκαετία. Αρχικά πρωτοξεκίνησαν από τη Νέα Σμύρνη με τη μορφή ενός καθαριστικού τρίο, σύντομα όμως με την είσοδο της βρετανικής ποπ εισβολής, εξελίχθηκαν σ' ένα πενταμελές γκρουπ και δρομολόγησαν μία νέα πορεία με πρώτο τους σταθμό το κλάμπ 'Βιλλατζ” οδού Αμερικής, Στις αρχές του 66 επιχειρώντας να εμπλουτίσουν τον ήχο τους με γυναικεία φωνητικά, θα εντάξουν στο σχήμα τη νεαρή τότε και φιλόδοξη Τάμμυ, μία κίνηση που θεωρήθηκε ιδιαίτερα πετυχημένη ενώ παράλληλα ηχογράφησαν και τα δύο παρθενικά τους αγγλόφωνα 45αρια. Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς θα γνωρίσουν για πρώτη φορά τη καθολική αποδοχή της νεολαίος με τη συμμετοχή τους στο ιστορικό ρεσιτάλ “Μαμοϋθ” του Νίκου Μαστοράκη όπου τους αποθέωσε ένα κοινό 1.500 ατόμων. Από το επόμενο έτος με τη στροφή τους προς τον ελληνικό στίχο εγκαινιάσθηκε και ο κύκλος των ευτυχιών τους με το "Απόψε Σε Θέλω" που αποτελούσε διασκευή του ιταλικού σουξέ "Stasera Mi Butto" του Rocky Roberts.
Η ερμηνεία ανήκε στον κιθαρίστα Σπύρο Μεταξά που είχε εισχωρήσει γι' ένα μικρό διάστημα στη μπάντα ενώ την ίδια περίοδο πέρασαν διαδοχικά απ αυτήν και ο τραγουδιστής Πέτρος Λεό Μήλος, ο σαξοφωνίστας Σωτήρης Νάτρας και ο ντράμερ Δημήτρης Μαρούδας, Το επτάϊντσο που ακολούθησε με τίτλο 'To Μάθημα' είχε τη ταυτότητα ενός παθιασμένου σαίηκ, που στριφογύρισε άπειρες φορές στα πλατώ των πικ- απ των νεανικών πάρτυ και μαζί με το προηγούμενο τους δίσκο αναγορεύθηκαν σαν τα δύο εμπορικοτερα σαρανταπεντάρια του συγκροτήματος. Αμέσως το γκρουπ θα πυκνώσει τις συναυλίες του σ' όλη την Ελλάδα, ενώ παράλληλα γίνονται περιζήτητοι οπό τους μάνατζερ των κλαμπ της Αθήνας και εμφανίζονται στα πιο σπουδαία του χώρου όπως στο “Ιγκλου” οτο “OnThe Rocks” και στο 'Κουήν Αν'.
Τάκης Αντωνιάδης (17 Ιανουαρίου 1946 - 23 Απριλη 2015)
Mε την έναρξη των σέβεντυς θα προκύψουν νέες ριζικές μεταβολές στη μπάντα με την επιστροφή του παλιού τους τραγουδιστή Τάκη Αντωνιάδη στη θέση του Μήλα που προσχώρησε στο λαϊκό χώρο ενώ και η Τάμμυ εγκατέλειψε το σχήμα για να επενδύσει σε μια σόλο καριέρα. Με μια σύνθεση την οποία στελέχωναν ήδη οι Παναγιώτης Καρμπουλώνης στη κιθάρα, Νίκος Καραγιάννης στο μπάσο, Λεωνίδας Μαρκεας ατο όργανο, Θωμάς Γεωργίου στο σαξόφωνο κι ο αρχικός τους ντράμερ Τρικουρακης το γκρουπ θα ολοκληρώσει μεσ' το 70 τις ηχογραφήσεις του πρώτου τους άλμπουμ που κυκλοφόρησε μ'ένα υλικό που περιείχε αρκετές διασκευές όπως π. χ. το "Ετος 2525” και "Όχι Ζάχαρη Απόψε" που αποτελούσαν γνωστές επιτυχίες των Zagger And Evans και των Guess Who αντίστοιχα. Eνα έτος αργότερα επιχείρησαν ν' ανταποκριθούν στις νέες επιταγές που επέβαλε τo ποπ κίνημα της εποχής και υιοθέτησαν σαν σύνολο ένα "χιππυ' ύφος τόσο στην εμφάνιση όσο και στον ήχο τους, στοιχεία που περνούσαν στο δεύτερο LP τους. Όμως η εμπορική απήχηση του υπήρξε μάλλον χλιαρή αφού οι ένδοξες μέρες για όλα αυτά τα σχήματα των σίξτυς μετρούσαν αντίστροφα πλέον με την εισβολή στα κλάμπ των dj.
Φωτογραφιση για εξωφυλλο πρωτου δισκου
Τελικά λίγο πριν το φινάλε του 73 οι Sounds θα θεωρούνται σαν μία γλυκεία ανάμνηση αφού ο κύκλος του ως γκρουπ ξεθώριασε μετά από μια δεκάχρονη δημιουργική παρουσία του στην εγχώρια σκηνή. Ο Αντωνιάδης στη συνέχεια θα στραφεί σε μία σόλο πορεία, όπως και οι Καρμπουλώνης και Γεωργίου οι οποίοι παρέμειναν στο χώρο της μουσικής ως επαγγελματίες. Ο ντράμερ όμως Τρικουρόκης τον εγκατέλειψε για να για να εγκατασταθεί στην ιδιαίτερή του πατρίδα τη Κρήτη όπου άνοιξε ένα κατάστημα φωτογραφικών ειδών ενώ με το εμπόριο θ'ασχοληθούν και οι Μαρκέας και Καραγιάννης, με τον πρώτο να δημιουργεί μία έκθεση επίπλων στο Νέο Φάληρο και τον δεύτερο να φροντίζει για εισαγωγές διάφορων προϊόντων. Τέλος ο κιθαρίστας Γιώργος Λεγάκης στάθηκε πιο τυχερός απ όλους αφού σταμάτησε το συνεχές νυχτοκάματο ως μουσικός, όταν στα μέσα των 80'ς κέρδισε ένα σεβαστό ποσό στο Προ-Πο! By Ντ. Δηματατης
H δισκογραφική εταιρεία Prestige είναι σήμερα ευρύτερα γνωστή ως μια από τις εγκυρότερες πηγές των Soul Jazz ήχων. Αυτό ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του '80 όταν μια, όχι και τόσο, μικρή μερίδα της διεθνούς δισκογραφίας έριξε τα 'φώτα' της σ' αυτή. Ο λόγος γίνεται για την BGP records, στην αρχή και, στην συνέχεια την KENT.
Bob Weinstock
Μέχρι τότε συμβιβαζόταν να βρίσκεται κάτω από την σκιά των μεγαθηρίων της Jazz δισκογραφίας, στην Αμερική της δεκαετίας του 50. Τα ακούσματα της έρχονται με μεγαλύτερη ευκολία πια στα χέρια μας όταν αγοράζεται από την Fantasy στις αρχές της δεκαετίας του 70. Τότε ήταν που μπορούσες να βρεις, σχεδόν παντού, δίσκους της και να προμοτάρουν με τέτοιο ακόμη και club DJs οπου άρχισαν να τα παίζουν στα set τους. Στο να έρθουν ξανά όλα αυτά στο προσκήνιο, βέβαια, βοήθησε και η τεράστια καμπάνια της Fantasy.
Τις καταγωγές της Soul Jazz δεν είναι δύσκολο να τις εντοπίσουμε. Οι γενικώς αποδεκτοί πατέρες του ιδιώματος, Horace Silver και Jimmy Smith με τις ηχογραφήσεις τους στη Blue Note, ήταν αυτοί που δείξανε το δρόμο. Το πως αναμείχθηκε η Prestige σ' αυτό το παιχνίδι είναι πιο πολύπλοκο, από το να εκμεταλλευτεί απλώς την επιτυχία και την ανταπόκριση του κοινού των δύο αυτών καλλιτεχνών.
Horace Silver
Η κοινωνική εξέλιξη απορρέει ανέκαθεν από δύο λόγους, από τα χρήματα και την κοινωνία. Αφενός η jazz της δεκαετίας του 60 στην Αμερική δέχεται πολλά οικονομικά πλήγματα, μιας και το ενδιαφέρον, εκτός mainstream ήχων, ήταν ωχρό καθώς η Be-Bop έγινε περισσότερο πολύπλοκη και έτσι οι εταιρείες δεν έβγαζαν αρκετά χρήματα ώστε να μπορούν να στηρίζουν τους καλλιτέχνες τους. Μοιραία πολλοί jazz καλλιτέχνες της δεκαετίας του 50 έφυγαν για την Ευρώπη και συγκεκριμένα για χώρες όπως η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμανία.Στην Ευρώπη, εκείνη την εποχή, υπήρχαν εταιρείες,που είχαν την θέληση και μπορούσαν να στηρίξουν αυτούς τους μουσικούς και την καλλιτεχνική τους ελευθερία.
Αφετέρου τα 60ς κοινωνικά, ήταν μιας τεράστιας σημασίας δεκαετία για την Αμερικάνικη μουσική αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο. Το κίνημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα σιγόβραζε και έσπρωχνε με τον τρόπο του την συνείδηση του κόσμου και αυτό έγινε μέσα από διάφορες καλλιτεχνικές φόρμες δημιουργώντας ένα τρόπο για τους 'Negro" καλλιτέχνες της Αμερικής να εκφραστούν μέσω της πολιτιστικής τους κληρονομιάς. Ετσι αυτό που είχαμε βασικά, ήταν μερικές δισκογραφικές που προσπαθούσαν να βρουν τρόπους να πουλήσουν δίσκους, και μερικοί μουσικοί που έψαχναν για έναν ποιο προσωπικό τρόπο, να εκφράσουν τον εαυτό τους.
Jimmy Smith
Η Soul μουσική και οι έμφυτοι χορευτικοί ρυθμοί της εξασφάλιζαν την τέλεια συγχώνευση αυτών των οικονομικών και κοινωνικών ενδιαφερόντων. Ευτυχώς, η Prestige ήταν έτοιμη να ορμήσει και να αναλάβει ένα εκπληκτικό πλήθος καλλιτεχνών. Οι Willis Jackson, Jack McDuff, Bobby Timmons, Shirley Scott καθώς και ο συζυγός της Stanley Turrentine, αλλά και οι Gene Ammons, Richard "Groove" Holmes, Johnny Hammond, δεν είναι παρά μερικοί από τους εξαιρετικούς jazz μουσικούς που προετοιμάζουν το έδαφος για τις αμέτρητες εκδόσεις και τους ήχους που θα ακούγονταν στα clubs τοτε.
Πολλοί οπαδοί της jazz και θεωρητικοί απορρίπτουν την soul jazz σαν pop ιδίωμα. Αλλά το γεγονός ότι η μουσική αυτή άντεξε στο χρόνο και το ότι οι δίσκοι συνεχίζουν να ανεβαίνουν σε αξία καταρρίπτει τον ισχυρισμό αυτό.
Οπως η Prestige έτσι και η Blue Note και η Verve (λιγο αργοτερα) πρωταγωνιστούσε στο κίνημα. Αυτό που τις έκανε να διαφέρουν ήταν ότι η Blue Note ηταν καπως πιο 'εμπορική' κυνηγώντας τα 'πιασάρικα' κομμάτια. Μόνο στα τέλη των 60ς η Blue Note έβγαλε ονόματα της soul jazz. Επίσης μπορεί η Blue Note να συνεργάστηκε απ τα 50ς με μεγάλα ονόματα όπως Jimmy Smith, Art Blakey,Horace Silver αλλά η Prestige ήταν αυτή που "προχώρησε" τη soul jazz σε άλλα μονοπάτια. Η Prestige μας χάρισε αυθεντική jazz soul. Έχουμε μία μίξη από soul ανεξαρτησία και jazz από το ισπανικό Harlem και τα ghettos. Ακόμα και μερικά blues του νότου με τον Mose Allison και φωνητικά ακροβατικά από τον Eddie Jefferson. Είχε επίσης καλή επαφή με τα μπλουζ και καλλιτέχνες όπως John Lee Hooker, Roosevelt Sykes, Jimmy Witherspoon κ.α.
Στη δεκαετία του 60 η Blue Note και η Verve μπορεί να είχαν την εμπορική επιτυχία αλλά τα τζουκ μποξ των μαύρων αμερικάνων,παίζανε την Prestige.
Το όνομα Μαίρη Λώ ήταν το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Ελληνίδας τραγουδίστριας του ελαφρού τραγουδιού Μαρίας Μαντωνανάκη.
Γεννήθηκε στο Παλαιό Φάληρο. Διακρίθηκε ιδιαίτερα με την ιδιότυπη φωνή της στην εκτέλεση ελαφρών τραγουδιών των Αττίκ, Νίκυ Γιάκοβλεφ που ήταν ο ιδιοκτήτης του διάσημου στην εποχή του ζαχαροπλαστείου "Πέτρογραδ" της οδού Σταδίου, Ανδρέα Χατζηαποστόλου, Γιώργου Μαλλίδη και άλλων. Κατέστη πολύ δημοφιλής από τους δίσκους της με πλούσιο ρεπερτόριο, καθώς και τις ραδιοφωνικές εκπομπές. Είχε τιμηθεί και στο Φεστιβάλ ελληνικού τραγουδιού, λαμβάνοντας το Γ΄ Βραβείο το 1960. Εκείνο όμως που φαίνεται ότι την καθιέρωσε στο μουσικό αυτό χώρο ευρύτερα ήταν το τραγούδι «Ξαναβλέπω το μικρό το αμαξάκι» του Γιάκοβλεφ το 1954, που για την εποχή του είχε πολύ μεγάλη επιτυχία.
Μερικές από τις επιτυχίες της ήταν και: "Καλή αντάμωση ματάκια γαλανά" (1960), "Κοριτσάκι μου με τα παράξενα Κινέζικά σου μάτια" (1955), "Ράβε τα προικιά σου" (1953), "Καλαμαζού", "Θάλασσα θάλασσα" (1949).Συνεργάστηκε με τον Μάνο Χατζιδάκι ερμηνεύοντας τραγούδια του όπως τα "Εφτά τραγούδια θα σου πω", "Μη τον ρωτάς τον ουρανό"", "Το λιμάνι", "Η λατέρνα".
Παντρεύτηκε τον μουσικοσυνθέτη Νίκυ Γιάκοβλεφ το 1951, με τον οποίο απέκτησε δυο παιδιά, την Λένα (1953) και τον Νίκυ (1971).By wiki
To Quizas, Quizas, Quizas κυκλοφόρησε το 1949 και διασκευάστηκε αργότερα από πολλούς καλλιτέχνες σε λατινόφωνες αλλά και αγγλόφωνες χώρες. Στην αγγλική του έκδοση είχε τίτλο Perhaps, Perhaps, Perhaps. To 1958 ο Nat King Cole κυκλοφόρησε δυο άλμπουμ με διασκευές σε γνωστά τραγούδια της Λατινικής Αμερικής, κάτι που είχαν αρχίσει βέβαια πριν από αυτόν οι μεγάλες ορχήστρες της δεκαετίας του '40 που όμως είχαν λευκούς διευθυντές ορχήστρας. Ανάμεσα στα τραγούδια που διάλεξε ήταν και το Quizas, Quizas, Quizas που ήταν ιδιαίτερα αγαπητό και στην Ελλάδα απ το 1949 με τη φωνη της Μαίρη Λώ.
Στον σκληρό και ανελέητο κόσμο της Τρούμπας ξεχωρίζει η φανταχτερή
παρουσία μιας τραγουδίστριας σε καμπαρέ, της Μάγδας (Μαρω Κοντου) , γνωστής με το
προσωνύμιο η Μαρκησία. Η Μάγδα βρίσκει τον ιδεώδη γι’ αυτήν άντρα στο
πρόσωπο ενός ναυτικού, του Μάνου Αποστολίδη (Γιώργος Φούντας).
Μετά από κάποιους
δισταγμούς, αποφασίζει να τον παντρευτεί και να αλλάξει τη ζωή της.
Περιχαρής, ενόψει του γάμου, αποχαιρετά τις συναδέλφους της στο καμπαρέ
όπου χόρευε και τραγουδούσε, καθώς και τη φτωχογειτονιά που έμενε. Όμως
τα όνειρα για μια καινούργια ζωή συντρίβονται πριν από το γάμο καθώς, σε
έναν τυχαίο καβγά, ο Μάνος σκοτώνει τον Μιχάλη (Στέφανος Στρατηγός),
έναν προαγωγό που επεδίωκε να γίνει προστάτης της Μάγδας κι εκείνη
αναγκάζεται να δώσει όλες τις οικονομίες της στον Σάββα, ο οποίος είναι
φίλος του νεκρού και τους εκβιάζει. Στη συνέχεια έρχεται η φοβερή
αποκάλυψη. Ο αγαπημένος της δεν είναι παρά ένας αδίστακτος προαγωγός, ο
οποίος έχει στήσει το κόλπο μαζί με τον Μιχάλη και τον Σάββα για να της
φάει τα λεφτά. Όταν η αδίστακτη τριάδα επαναλαμβάνει το εγχείρημα με τη
Σούλα, την καλύτερη φίλη της Μάγδας, η τελευταία σκοτώνει τον Μάνο χωρίς
ίχνος δισταγμού.By wiki
Εδω η Μάγδα (Μαρω Κοντου) σε ενα night smoky jazz track σε μουσικη Γ. Κατσαρού και στίχους Πυθαγόρα.
Επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1963.
O τραγουδιστής με τη βελούδινη φωνή, Νίκος Γούναρης, γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου το 1915 και μεσουράνησε τη δεκαετία του 1950 στο ελληνικό πεντάγραμμο, είτε σόλο, είτε σε συνεργασία με το Τρίο Μπελκάντο. Υπηρέτησε με συνέπεια το λεγόμενο ελαφρό τραγούδι, αυτό που πολλοί Έλληνες αποκαλούν «Ευρωπαϊκό».
Η δεκαετία του ’50 χαρακτηρίστηκε από τη μεγάλη κόντρα του λαϊκού και ελαφρού τραγουδιού, το οποίο ταίριαζε απόλυτα με την προσπάθεια της Ελλάδας να γίνει επιτέλους Ευρώπη, μετά τον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο. Ο Γούναρης ήταν ο κύριος εκφραστής αυτού του είδους. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Τσιτσάνη: «Όσο υπάρχει Γούναρης δεν μπορεί το λαϊκό να σηκώσει κεφάλι». Το λαϊκό τραγούδι θα πάρει, βεβαίως, τη ρεβάνς πολύ σύντομα, τη δεκαετία του ’60 και θα κυριαρχήσει ολοκληρωτικά τα επόμενα χρόνια.
Ο Νίκος Γούναρης πρωτοεμφανίστηκε το 1936 και αναδείχθηκε στην Κατοχή, παράλληλα με τη συμμετοχή του στην Αντίσταση. Προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στον αγώνα της απελευθέρωσης και για τις πράξεις του τιμήθηκε με το Αριστείο της Εθνικής Αντίστασης.By wiki
Taste :
Νικος Γουναρης & Τριο Μπελκαντο - Θελω να σαι Ευτυχισμενη
H G.O.D records είναι ένα νέο, αθηναϊκό ελληνικό ανεξάρτητο δισκογραφικό label με «κόλλημα» στις progressive, psychedelic, space rock και garage μουσικές. Ως σήμερα, το βιογραφικό της στολίζουν 31 κυκλοφορίες. Το «ρεπερτόριό» της περιλαμβάνει νέες μπάντες με καινούριες δουλειές αλλά και δυνατές συλλογές με ξεχασμένα μουσικά «διαμάντια». Για εμάς, η G.O.D. records μοιάζει με καλοφροντισμένο κήπο που φιλοξενεί λίγα, αλλά αναπάντεχα, όμορφα χρωματιστά λουλούδια. Το λέμε έτσι γιατί τα άλμπουμ βινυλίου που «κόβει» είναι πάντα αριθμημένες κόπιες των 300-500 αντιτύπων και έγχρωμα.Ο Μιχάλης Ματθαίου, δημιουργός τής Garden Of Dreams Records (G.O.D.), πέρασε χρόνο απαντώντας ερωτήσεις μας γύρω από τη μουσική και τη ζωή του εντός της. Ανακαλύψτε τον. Η Συνεχεια εδω...
Ενα από τα αγαπημένα συγκροτήματα του John PeeI ήταν και Edgar Broughton Band, που σχηματηκαν στο Γουάρικ το 1968 από τους αδερφούς Edgar και Steve. Το ντεμπούτο τους "Wasa Wasa' (1969) έδειξε το δρόμο για το Λονδίνο και απεφερε συμβόλαιο με τη Harvest, αφού το hippie metal και progressive κράμα της μουσικής τους με τα jazz κρουστά, που στεκόταν επάξια δίπλα στους Hawkwind, ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των σημαντικών για την εποχή κυκλοφοριών της συγκεκριμένης εταιρείας.
Κλειδί για την επιτυχία ήταν και τα φωνητικά του Edgar, που είχαν ενέργεια ανάλογη με του Captain Beefheart, είτε απαγγέλοντας τους στίχους είτε τραγουδώντας τους. Το κοινό λάτρεψε πολύ το σινγκλ "Out Demons Out" και το απέδειξε στη μεγάλη συναυλία με τους Blind Faith στο Hyde Park. Καλύτερος δίσκος τους θεωρείται ο φερώνυμος του 1971, παρά το γεγονός ότι έμεινε στην εικοστή όγδοη θέση των τσαρτ, δηλαδή δέκα θέσεις κάτω από το "Sing Brother Sing" (1970). Η εμμονή του Edgar να παίζουν χωρίς αμοιβή σε όλα τα ελεύθερα για το κοινό φεστιβάλ, ο εθισμός του στα ναρκωτικά, αλλά και οι διόλου αρμονικές σχέσεις του με τους αστυνομικούς (τους αποκαλούσε διαρκώς "γουρούνια" από το μικρόφωνο) συνέτειναν στη διάλυση της μπάντας το 1976. Οι Broughtons επανασυνδέθηκαν ανεπιτυχώς δύο ακόμα φορές πριν πάρουν οριστικά την απόφαση να αποσυρθούν.
Ένας Δισκοπαθής Εξομολογείται #9: Βαλάντης Τερζόπουλος (Electric Looser)
Σε εβδομαδιαία βάση, πρόσωπα που
ασχολούνται εμπράκτως με τη μουσική εξομολογούνται μέσω της Δισκοπάθειας
την αγάπη τους για έναν δίσκο. Αυτή την εβδομάδα, ο Βαλάντης
Τερζόπουλος, που σχετίζεται πολύπλευρα με τον «ήχο» και τις προεκτάσεις
του, μας αναλύει τη βιωματική του σχέση με τον ψυχεδελο-παραδείσο του
Amalgamation των O.P.M.C.
Επιμέλεια: Βαλάντης Τερζόπουλος (a.k.a. Electric Looser)
Κείμενο: Μάρκος Ψυχάρης
Ο Analock σχεδιάζει dark-electro μουσική από τις αρχές του ’80. Η
συνέντευξή του διαβάζεται σε λιγότερο από δύο λεπτά. Αν ακούσεις και τα
links, στο φινάλε του κειμένου, θα χρειαστείς πολλά περισσότερα.Η Συνεχεια εδω ..