Line up:
26.7.85
Culture Club
Depeche Mode
Stranglers
Τζιμης Πανουσης & Οι Μουσικες Ταξιαρχιες (δεν επαιξαν).
Line Up:
27.7.85
The Clash
Nina Hagen Band
The Cure
Talk Talk
Telephone
Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την ανακήρυξη της Αθήνας ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας για το 1985, το Υπουργείο Πολιτισμού, με επικεφαλής τη Μελίνα Μερκούρη και με τη συνεργασία ντόπιων και ξένων ιδιωτικών εταιρειών (Τέντα, Nouvelles Frontiers), διοργάνωσε το καλοκαίρι το Rock In Athens, το πρώτο μεγάλο φεστιβάλ rock μουσικής στον ελλαδικό χώρο. Μια τέτοια εκδήλωση ήταν πρωτόγνωρη για την Ελλάδα, αφού ως εκείνη τη στιγμή οι περιορισμένες συναυλιακές εκδηλώσεις, οι οποίες είχαν ξεκινήσει ουσιαστικά από τις αρχές της δεκαετίας, αφορούσαν είτε ένα σχετικά μικρό κοινό που γέμιζε το γήπεδο του Σπορτινγκ (π.χ. Police, Eloy, Koko Taylor, το indie τριήμερο κλπ.) είτε μεμονωμένους μουσικούς με ευρύτερη απήχηση στο rock ακροατήριο (π.χ. Rory Gallagher).
Παρά το ετερόκλητο της συνθέσεως του Rock In Athens κοι την εμφάνιση κάποιων δε υτεροκλασάτων ονομάτων, επρόκειτο για ένα καινοφανές γεγονός για τα ελληνικά δεδομένα και υπήρχαν αρκετοί σημαντικοί λόγοι για να το παρακολουθήσει κανείς. Πρώτα απ' όλα ήταν η παρουσία των Clash, η οποία έμελλε να είναι η τελευταία επί σκηνής παρουσία της μπάντας, και κατά δεύτερο λόγο η εμφάνιση των ήδη γνωστών Stranglers και των νεοκυματικών Cure. Δίπλα σ' αυτούς υπήρχαν οι καλλιτεχνικά και εμπορικά ανερχόμενοι Depeche Mode και οι παρεξηγημένοι εκείνα τα χρόνια Talk Talk. Last but not least,οι Culture Club και η κομψευόμενη λευκή soul/reggae/pop τους. Εντούτοις το Rock In Athens συγκέντρωσε τον αναμενόμενο κόσμο (25.000-30.000 θεατές για κάθε ημέρα), γεγονός που εξηγείται αφενός από το ότι έγινε κατακαλόκαιρο (ως γνωστόν τον Ιούλιο οι Έλληνες εκδράμουν εις παραλίας και εξοχάς) και αφετέρου από την «αλμυρή» τιμή του εισιτηρίου (2.000 δρχ., αν δεν με απατά η μνήμη μου). Αυτό το τελευταίο μάλιστα στάθηκε αφορμή για να ξεσπάσουν επεισόδια έξω από το Στάδιο, όταν κάμποσες εκατοντάδες τσαμπατζήδες επιχείρησαν να εισέλθουν στον χώρο της συναυλίας για να παρακολουθήσουν τους Stranglers. Τα επεισόδια αυτά είχαν ως αποτέλεσμα το εορταστικό γεγονός να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από μεγάλη μερίδα του Τύπου, προβάλλοντας αφενός έναν αντιπολιτευτικό λόγο και αφετέρου την απέχθεια τους απέναντι στους «ροκάδες». Μιλάμε για εποχές, όπου η σχέση του Ημερήσιου και Περιοδικού Τύπου με το rock ήταν ανάλογη με αυτή του ...παστουρμά και της βανίλιας!
Στο καθαυτό μέρος της συναυλίας η ηχητική και τεχνική υποστήριξη ήταν άψογες, σε αντίθεση με τις προαπαιτούμενες και στοιχειώδεις διευκολύνσεις προς το κοινό, - ανυπαρξία τουαλετών, έλλειψη πόσιμου νερού, υπερτιμημένα αναψυκτικά κλπ. Όλα αυτά πάντως δεν εμπόδισαν το κοινό να χορεύει πάνω στα λευκά (;) μάρμαρα του Σταδίου ακούγοντας, π.χ., τους Clash να ισοπεδώνουν κάθε τι στο διάβα τους. Η εμφάνιση των Stranglers το απόγευμα της πρώτης ημέρας αδικήθηκε κατ' αρχάς από ακατάλληλων της ώρας (υπό το φως της ημέρας, όλοι οι βρικόλακες εξασθενούν και διαλύονται), παρά το θερμό της υποδοχής ενός μεγάλου μέρους του κοινού. Το μεγαλύτερο μέρος του σετ των Stranglers βασίστηκε στην επιτυχημένη περίοδο τους (αυτή μετά το 1981) με μια σειρά τραγουδιών ("Golden Brown", "Strange Little Girl", "European Female", Νo Mercy", "Skin Deep" κ.ά.) τα οποία ακούγονταν μια χαρά στο στερεοφωνικό του σπιτιού μας, όχι όμως και στο αχανές καλλιμάρμαρο. Η πρώτη ευχάριστη έκπληξη της βραδιάς ήταν μάλλον οι Depeche Mode, οι οποίοι είχαν ήδη μια επιτυχημένη πορεία στα βρετανικά charts με μια σειρά από electro pop singles, ο ήχος τους και η παρουσία τους όμως είχε αρχίσει να αποκτά έναν εκλεκτικότερο χαρακτήρα με βιομηχανικά beats, φουτουριστικά μοτίβα και ακάθαρτη θεματολογία (π.χ. "Masters And Servants", "Blasphemous Rumours", "Shake The Disease"). Η εμφάνιση τους εκείνο το βράδυ έβγαλε κάμποσους από τα σκοτάδια της άγνοιας και της εθελοτυφλίας.
Δεν συνέβη όμως το ίδιο με τον Boy George και τους Culture Club, παρ' ότι άξιζαν πολύ περισσότερο από τη χλεύη και τη βιαιότητα που εξέφρασε μια μεγάλη μερίδα των θεατών. Τις μέρες εκείνες οι Culture Club είχαν ήδη περάσει στην κατιούσα φάση της καριέρας τους. Οι μέρες των "Do You Really Want To Hurt Me", "Time", "Church Of The Poisoned Mind", "Karma Chameleon" είχαν περάσει ανεπιστρεπτί και η επερχόμενη προσωπική τραγωδία του Boy George διαφαινόταν στον ορίζοντα. Όλα αυτά όμως δεν είχαν να κάνουν με την τότε εμφάνιση τους. Απλώς η ελληνική rock κοινότητα (;) της εποχής εκείνης (μεταξύ των οποίων και οι τότε συντάκτες του Ποπ+Ροκ είχε ξεκάθαρες απόψεις (την τύφλα τους!) περί ομοφυλοφιλίας (φτου!) και χορευτικής pop μουσικής (μπλιαχ!). Πώς μπορούσε ένας καραγκιόζης, μια γκέισα, να εμφανίζεται μετά τους macho άνδρες-στα-μαύρα (βλ. Stranglers); Έτσι, ο κόσμος τούς υποδέχθηκε με κάθε είδους ιπτάμενο αντικείμενο που μπορούσε να εκσφενδονίσει και τα σχόλια που ακούγονταν κάθε άλλο παρά κολακευτικά ήταν.Φυσικά, όποιος είχε αφτιά μπορούσε να ακούσει τη φοβερή μπάντα που τον συνόδευε, αλλά και να αντιληφθεί πως οι Culture Club είχαν γράψει μερικά pop τραγουδάκια που άξιζαν πολύ περισσότερο από κάποιες rock δισκοθήκες. Το σετ της επόμενης ημέρας ξεκίνησε με τους Telephone, ένα από τα πλέον επιτυχημένα συγκροτήματα του γαλλικού rock. Γάλλοι και rock όμως είναι από τη φύση τους ασυμβίβαστες έννοιες, κι έτσι το live τους ισοδυναμούσε με ...πεολειξία από ψείρα. Στη συνέχεια στη σκηνή ανέβηκαν οι Talk Talk, οι οποίοι δεν έχαιραν και μεγάλης εκτίμησης στους κύκλους του εναλλακτικού rock. Κάτι η διπλή επανάληψη του ονόματος τους (οπότε ο κόσμος τους κατέτασσε, μάλλον άδικα, στην ίδια κατηγορία με νερόβραστους νέο ρομαντικούς τύπους όπως οι Duran Duran), κάτι η α-λα Bryan Ferry μελοδραματική ερμηνεία του Mark Hollis, κάτι οι μικρές επιτυχίες των "It's My Life" και "Such A Shame", κάτι ...γενικώς μας έκανε να τους ακούσουμε με μισό αφτί. Οι Talk Talk μπορεί πλέον να έχουν επαναξιολογηθεί, και δη μετά το "The Colour Of Spring" του 1986, πάντως εκείνο το απόγευμα αποτέλεσαν την ιδανική υπόκρουση για την περιπλάνησή μας ανάμεσα στον κόσμο. Τρίτοι στη σειρά εμφανίστηκαν οι Cure, οι οποίοι το 1985 ήταν ένα από τα αγαπημένα συγκροτήματα των ελλήνων ακροατών του νέου rock. Αρκετοί ήταν αυτοί που είχαν ακούσει και εκτιμήσει άλμπουμ όπως το "Seventeen Seconds" (1980), το "Faith" (1981), το "Pornography" (1982) και το "The Top" (1984). Το σκυθρωπό, ελαφρώς γοτθικό ύφος των τραγουδιών τους ταίριαζε μ' ένα κομμάτι της ψυχοσύνθεσης των Ελλήνων. Μέσα λοιπόν σε σύννεφα ξηρού πάγου έκαναν την εμφάνιση τους οι αραχνοειδείς Cure. Αυτό που ακολούθησε δεν ήταν το αναμενόμενο, ελαφρώς βαρετό σετ τους, αλλά μια δυναμική και ρυθμική απόδοση σπαρασσόμενων τραγουδιών, με αποκορύφωμα την τρομακτική εκτέλεση του "100 Years" από το "Pornography". Αυτή ήταν η πραγματικά πρώτη μεγάλη στιγμή του φεστιβάλ, η οποία και έχει μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη μου. Το χοντρό ανέκδοτο του διημέρου απεδείχθη η εκ Γερμανίας σοπράνο (ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων) του punk Nina Hagen). Το όλο σόου της ήταν μια εκτρωματική επίδειξη κακογουστιάς και υπερβολής (το γεγονός πως η Nina Hagen είχε γνωρίσει ιδιαίτερη επιτυχία στην Αυστραλία νομίζω πως μιλάει από μόνο του). Αρκεί να σας αναφέρω τη συνεχή αλλαγή κοστουμιών, το ντεκόρ της σκηνής (ένας ιπτάμενος δίσκος!), τον μπασίστα με τα ινδιάνικα φτερά, τους τίτλους των τραγουδιών ("African Reggae", "Russian Reggae", "Ekstasy Drive") και τη διασκευή στο "Ballroom Blitz" των Sweet για να αντιληφθείτε το γελοίον της υπόθεσης.
Ευτυχώς όμως οι Clash, οι οποίοι έκλεισαν θριαμβευτικά το διήμερο, δεν ήταν το κερασάκι στην τούρτα, αλλά ολάκερη η τούρτα, και μάλιστα εντελώς απρόσμενα. Το 1985 οι Clash ήταν κατ' ουσίαν ανύπαρκτοι. Το τελευταίο τους άλμπουμ "Combat Rock" είχε κυκλοφορήσει τρία χρόνια πριν, το 1982. Ο κιθαρίστας Mick Jones είχε αποχωρήσει από το 1983 και η τελευταία τους επιτυχία ήταν το "Should I Stay Or Should I Go" του 1982. Τους Clash, εκείνο τον καιρό, αποτελούσαν οι Strummer και Simonen από την αρχική σύνθεση, μαζί με τους νέους Nick Shepherd, Vince White και Pete Howard. Τρεις κιθάρες και όποιον πάρει ο χάρος! «Η είσοδος τους στη σκηνή ισοδυναμούσε με πυρηνική έκρηξη...». Για μένα, όπως ακόμη τους θυμάμαι σήμερα, ήταν πέντε τιτάνες που εκσφενδόνιζαν ηχητικά θραύσματα μεγατόνων σε άμοιρους, αλλά ευτυχείς, θνητούς.
Το σετ των Clash (τι να αναφέρεις εδώ...) ήταν ένας rock 'n' roll σεισμός, ένα κάλεσμα στα όπλα και τη γιορτή, ένα πανηγύρι ζωτικής ενέργειας. Έξι μήνες μετά οι Clash είχαν περάσει οριστικά στην ιστορία.
Κάπως έτσι έκλεισε το Rock In Athens του 1985, αφήνοντας πίσω του κάποιες σκόρπιες μνήμες που άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου. Στο editorial του Ποπ+Ροκ ο Γιάννης Πετρϊδης έγραφε: «Ήταν το πιο σημαντικό μουσικό γεγονός της τελευταίας 20ετίας (σ.σ.: σε σχέση με την εμφάνιση των Rolling Stone στη δεκαετια του '60) για το rock στην Ελλάδα.
Ήταν ένα συναρπαστικό ακρόαμα. Και θέαμα... Το φεστιβάλ Ροκ '85 της Αθήνας ανηκει πια στο παρελθόν. Αλλά εγγράφεται με ανεξίτηλη μελάνη στο ρεπερτόριο των αναμνήσεων μας. Ευχάριστων αναμνήσεων.By Νικος Μποζινακης 30 χρονια festival
Rock in Athens 1985 - The CURE
Rock in Athens 1985 - The Stranglers - Midnight summer dream
Rock in Athens 1985 - Culture Club - Karma Chameleon
Rock in Athens 1985 - Talk Talk - Tomorrow Started
By Electric Looser
Λίγο μετά τα επισόδεια υπήρξε παρέμβαση του ΓΑΠ (τότε υφυπουργού παιδείας αν δεν κάνω λάθος) ώστε να μπούνε όλοι μάσα τζαμπα. Τα συνθηματα υπερ της κίνησής και υπερ του ίδου τα φαντάζεσαι..
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό βραδύ
Μετά το "Combat rock"(1982) υπήρξε και το "Cut the Crap" (1985)... Αν θυμάμαι καλά έπαιξαν και κάποια τραγούδια από αυτό.
ΑπάντησηΔιαγραφή